Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

να μεγαλώνεις μαζί.

Υπάρχει ένα σπουδαίο δώρο που μπορείς να κάνεις στον εαυτό σου, και είναι τόσο απλό!
Να μεγαλώσεις με τους ίδιους ανθρώπους.
Όχι απαραίτητα μαζί τους, κυριολεκτικά, αλλά με αυτούς χέρι χέρι. Όχι ότι πρέπει ντε και καλά να μένεις κολλημένος, απλά υπάρχει μια μαγεία που αναπτύσεται με τα χρονια στις σχέσεις η οποία προκύπτει από τα όσα επένδυσες στην σχέση. Και προφανώς δεν επενδύεις σε κάτι που δεν έχει διάρκεια (ή, έστω, θα ήταν καλύτερα να μην επένδυες). Αυτή η μαγεία, που λες, είναι κάτι αόρατο που μπορεί να σε κρατήσει όταν δεν ξέρεις που πατάς και που βρίσκεσαι, όταν κάθε σου βήμα είναι πάνω σε κινούμενη άμμο και δεν μπορείς να αναγνωρίσεις τίποτα από όσα έκανες μέχρι τώρα και να στηριχτείς πάνω του. Τότε έρχονται αυτές οι στιγμές, που βλέπεις την εξέλιξη του άλλου και συνειδητοποιείς τα χρόνια που περάσατε μαζί και πλέον σαν να έχεις έναν καθρέφτη απέναντι σου μπορείς να δεις και εσένα. Και ακόμη και αν ο καθρέφτης είναι θολός, μπορείς πάντα να πιαστείς από το μεταλλικό πλαίσιο του για να τον καθαρίσεις.
Είναι σαν δρόμος μέσα στο σκοτάδι που τον κάνεις με κάποιον που εμπιστεύεσαι και έχετε τη δυνατότητα πλέον να αντιμετωπίζετε τον φόβο σας με χιούμορ.
Είναι σαν μια πολιτεία στο βυθό που έβαλε τα ρούχα της αλλιώς και αγαπήθηκε πιο πολύ και από την αρχική γιατί η ρίζα της παρέμεινε η ίδια.  Και εκεί δεν είναι όλη η ουσία; στις ρίζες...

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Το τελευταίο αντίο πριν το καινούριο καλωσόρισες

Πρώτος έφυγε ο Ρ. Το βράδυ πριν φύγει, καθώς τον αποχαιρετούσε η διευθύντρια μας κάναμε όλοι μαζί μια ομαδική αγκαλιά. Το συνιθίζαμε αυτό φέτος. Λέγαμε ένα μικρό ευχαριστώ και ένα μικρό αντίο κάθε φορά καθώς το τέλος όλο και πλησιάζε. Αλλά σε εκείνη, τη τελευταία ομαδική αγκαλιά πολλά δάκρια μου ξέφυγαν και δεν ήξεραν οι φίλοι μου πως τα σταματήσουν. Τα αφήσαμε να κυλήσουν και ξαναγυρίσαμε στα γέλια και τις χαζομάρες μας.
Άκουσα τον Ρ. να φεύγει το πρωί. Κοιμόμουν, ή παρίστανα ότι κοιμόμουν τέλος πάντων, στο δωμάτιο της Ν. Ήθελα να αφήσω την Τ. να κοιμηθεί μαζί του για μια τελευταία φορά όπως τόσα βράδια που την φρόντιζε.  Ντύθηκα νιώθοντας μεγάλη κούραση από την ησυχία που επικρατούσε γύρω μου και κατέβηκα από τη σοφίτα που ήταν το δωμάτιο της Ν. Πρώτη πόρτα απέναντι από τη ξύλινη σκάλα είχε τον αριθμό 9. Τον αριθμό που φιλοξένησε τον Ρ. για έναν χρόνο. Μπήκα στο οικείο δωμάτιο. Άδεια τα ράφια, άδειο το πάτωμα, άδειοι οι τοίχοι. Ούτε καν το ημερολογίο με στάσεις του σεξ από την Ελλάδα που του είχε πάρει ο Ε. το προηγούμενο καλοκαίρι δεν υπήρχε πια. Τα επιπλά στη γνωστή τους θέση αλλά πλέον άδεια.  Το φωτογραφίσα. Δεν ξέρω γιατί. Η φωτογραφία είναι ένας τρόπος να λες αντίο μάλλον.

Μετά έφυγε η Μ. Φάγαμε μαζί το προτελευταίο βράδυ της. Μετά με πήγαν μέχρι τον σταθμό γιατί ήθελαν να περπατήσουν, ίσως και να απαλύνουν το βάρος του αποχωρισμού που ερχόταν. Όσο τρώγαμε η Μ. συνέχιζε να θυμάται ιστορίες από τον πρώτο μας καιρό μαζί. Της υποσχέθηκα ότι θα επέστρεφα στο Σπίτι για το τελευταίο της βράδυ, δεν της είπα αντίο γιατί θα το λέγαμε το επόμενο βράδυ. Όμως το τι θέλω εγώ πολλές φορές δεν συμπίπτει με το τι θέλουν οι άλλοι και ως η μικρή της οικογένειας κάπου χάνω το σεβασμό προς τα θέλω μου από τους άλλους. Πόνος και θυμός για πολύ καιρό που δεν κατάφερα να πω αντίο στην Μ., την μοναδική που πάει σε μέρος που αντί για τα λουλούδια ανθίζουν βόμβες.

Μετά ήρθε η σειρά της Ν. Η αδερφή μου η Ν. Ένα λαμπρό μυαλό από μια κοινωνία τόσο απελπιστικά όμοια με την δικιά μου. Κάπου υπάρχει μια παρηγοριά ότι θα την ξαναδώ σύντομα. Κοιμάμαι το βράδυ στο δωμάτιο του Ε. Περνάμε το πρωινό χορεύοντας και βλέποντας σειρές λες και υπάρχει αύριο για να συνεχίσουμε με το επόμενο επισόδειο. Φεύγουμε με ταξί  από το Σπίτι και βλέπω για πρώτη φορα την πόλη μας μέσα από το τζάμι ενός αμαξιού να τρέχει γύρω μας. Στο σταθμό αγκαλιές και τυχαίες συναντήσεις και ένας καφές της παρηγοριάς μετά την αποχωρισή της. Τα πόδια μου με σέρνουν στο δικό μου σπίτι με δυσκολία. Κάθομαι εκεί για μέρες.

Τελευταίος ο Ε. Αρνιόταν να ετοιμαστεί για καιρό και το τελευταίο του βράδυ το πέρασε μέσα στο άγχος της ετοιμασίας. Πως να πακετάρεις δύο χρόνια σε έναν σάκο 20 κιλών? Ευτυχώς δεν υπάρχει ζυγαριά αναμνήσεων και συναισθημάτων! Δεν πέρασα το βράδυ μαζί του. Πήγα και τον βρήκα στον σταθμό. Αγκαλιά. Ο Α. τρέχει δίπλα στο τρένο που φεύγει και η Τ., που πάει μαζί του μέχρι ένα σημείο, μας φωτογραφίζει να του κάνουμε γκριμάτσες από την αποβάθρα. Όταν πια το τρένο έχει επιταχύνει και ο Α. κουράζεται, γυρνάει σε μένα με ένα χαμένο βλέμα και συζητάμε για το επικείμενο ταξίδι του. Θα γυρίσει σε έναν μήνα, έχοντας πια δει όλη την Ευρώπη, για τον τελευταίο του χρόνο και μετά από αυτό θα είμαι πια εντελώς μόνη μου στον σταθμό να τον αποχαιρετάω και αυτόν.

Η Τ. έμεινε στην χώρα λίγο ακόμη. Βρεθήκαμε αρκετές φορές που ποτέ όμως δεν ήταν αρκετές. Πέρασε τις τελευταίες 4 μέρες σπίτι μου. Την πήγα χθες το πρωί στον σταθμό. Πήρε το τρένο και πάλι με φωτογράφιζε να της κάνω γκριμάτσες και να της χαμογελάω όσο περισσότερο μπορώ μέχρι που το τρένο επιτάχυνε και πάλι και μαζί του τα όσα δάκρια και η όση θλίψη καταχώνιαζα μέσα μου επιταχύνθηκαν και ξεχύθηκαν έξω μου, παντού. Σε μια χώρα που δεν εκφράζει τίποτα, μια κοπέλα που κλαίει με λυγμούς είναι τουλάχιστον ενοχλητικό θέαμα. Φρόντισα όμως η φίλη μου να με θυμάται χαμογελάστη.


Μου αρέσει η εποχή μας γιατί έκανε δυνατό το να γνωρίσω τόσο κόσμο από τόσες χώρες και να αγαπηθώ σε τόσες γλώσσες που ο νους μου δεν είχε ταξιδέψει ποτέ. Και μου αρέσει η εποχή μας γιατί θα ξαναβρεθώ κοντά τους, το ξέρω. Όμως μισώ την εποχή μας που έκανε τους αποχαιρετισμούς καθημερινότητα μου. Πόσους πρέπει να ζήσω για να φτάνουν και πόσους μέχρι να το αποδεχτώ ότι έτσι είναι?

Ο Ρ., η Ν., η Μ., ο Ε. και η Τ. βρέθηκαν πιο κοντά μου, ψυχικά, απ' ότι πάρα πολλοί ομοεθνείς μου. Ο Ρ., η Ν., η Μ., ο Ε. και η Τ. μου δίδαξαν πράγματα που τόσα χρόνια η ελληνική εκπαίδευση ούτε που καταδέχτηκε να μου δείξει. Ο Ρ., η Ν., η Μ., ο Ε. και η Τ. υπήρξαν οικογένεια από τις καλύτερες που θα μπορούσαν να τύχουν σε κάποιον και σαν οικογένεια με αγάπησαν και τους αγάπησα και αλληλοπληγωθήκαμε και, τέλος, μεγαλώσαμε μαζί.